κολακευτικούς

κολακευτικούς
κολακευτικός
sycophantic
masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • σαίνω — ΝΑ 1. (ιδίως για σκύλους) κουνώ την ουρά ως εκδήλωση αγάπης προς κάποιον 2. μτφ. φέρομαι θωπευτικά, περιποιούμαι κάποιον αρχ. 1. χαιρετίζω («παιδός με σαίνει φθόγγος», Σοφ.) 2. χαροποιώ, ιδίως με ελπίδες («τὰ λεγόμενα... σαίνει τὴν ψυχήν»,… …   Dictionary of Greek

  • Βάθυλλος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Σάμιος (6ος αι. π.Χ.). Ευνοούμενος του τύραννου Πολυκράτη, που του έστησε ανδριάντα. Την καλλονή του εξύμνησε ο Ανακρέων. 2. Ρωμαίος ποιητής (1ος αι. π.Χ.). Σφετερίστηκε στίχους του Βιργιλίου κολακευτικούς για τον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”